ραδιοχρονολόγηση

ραδιοχρονολόγηση
η, Ν
(πυρην.) συνοπτική ονομασία τεχνικών που αποσκοπούν στον προσδιορισμό τής ηλικίας ενός υλικού και βασίζονται στη μέτρηση τών ρυθμών διάσπασης ορισμένων φυσικής προέλευσης ραδιονουκλιδίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. radiometnc dating (< λατ. radius «ακτίνα» + dating χρονολόγηση»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • άνθρακας — I (anthrax). Δίπτερο έντομο της οικογένειας των βομβυλιιδών. Πρόκειται για μεγάλη μύγα, που φτάνει σε μήκος τα 25 εκ. Έχει μαύρο σώμα με λέπια και τρίχες, πλατύ κεφάλι και προβοσκίδα που συνήθως είναι πολύ μακριά και λεπτή. Το θηλυκό γεννά τα… …   Dictionary of Greek

  • ραδιοχημεία — Κλάδος της χημείας, που ασχολείται με τη μελέτη των ραδιενεργών ουσιών. Περιλαμβάνει τους περίπλοκους πυρηνικούς μετασχηματισμούς, τη μεταβολή ενός στοιχείου σε ένα άλλο, καθώς και τη φύση και τις ιδιότητες της ακτινοβολίας που εκπέμπεται. Η ρ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”